Υπάρχουν όγκοι
που αναπτύσσονται από τους συνδετικούς ιστούς, αλλά δεν έχουν κριτήρια για να
θεωρηθούν κακοήθεις. Αυτοί οι όγκοι είναι είτε μη μεταστατικοί, είτε σπανίως
μεταστατικοί.
Η θεραπεία τους είναι συνήθως το χειρουργείο, αλλά υπάρχουν σημαντικές ιδιαιτερότητες ανάλογα με τον όγκο και σε κάποιες περιπτώσεις, θεραπεύονται με συστηματικές θεραπείες κι όχι με χειρουργείο.
Οι ιατροί εξειδικευμένοι στα σαρκώματα μπορούν να αναγνωρίσουν αυτούς τους όγκους, γιατί πολλές φορές μπορεί να μοιάζουν με κακοήθη σαρκώματα ή συνδέονται με οικογενειακά κληρονομούμενα σύνδρομα. Συνεπώς, όλοι οι όγκοι, καλοήθεις ή κακοήθεις, πρέπει να συζητηθούν στο πλαίσιο μιας ομάδας ιατρών με εξειδίκευση στα σαρκώματα πριν τη θεραπεία.
Σε λίγες περιπτώσεις, ασθενείς με καλοήθη μεσεγχυματικό όγκο παρακολουθούνται από ογκολόγο, όπως στην περίπτωση του δεσμοειδούς όγκου.
Πρόκειται για σπάνιο νεόπλασμα που εμφανίζεται στους εν τω βάθει ιστούς, με πολύ υψηλή πιθανότητα τοπικής υποτροπής, αλλά χωρίς δυνατότητα μετάστασης. Εμφανίζονται ως μια σκληρή μάζα κάτω από το δέρμα, συνήθως στην πλάτη ή στην κοιλιά. Η εμφάνισή του φαίνεται να έχει σχέση με τα επίπεδα οιστρογόνου στο αίμα, γι’ αυτό και συναντάται συχνά σε γυναίκες 20-50 ετών και κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Μια σημαντική ιδιαιτερότητα αυτού του όγκου είναι το υψηλό ποσοστό αυτόματης υποχώρησης. Κατά συνέπεια, το χειρουργείο δεν ενδείκνυται στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν συμπτώματα, διότι μετά από το χειρουργείο υπάρχει μεγαλύτερη πιθανότητα τοπικής υποτροπής, με πιο επιθετική συμπεριφορά. Υπολογίζεται ότι 3 στους 10 ασθενείς με δεσμοειδή όγκο θα θεραπευτούν αυτόματα, ενώ 5 στους 10 δε θα χρειαστούν χειρουργική επέμβαση στα πρώτα 5 χρόνια από τη διάγνωση.
Ακόμα και σε
συμπωματικές περιπτώσεις, ο ρόλος του χειρουργείου δεν έχει αποδειχθεί ως
ξεκάθαρα ωφέλιμος. Πολλές φορές, ο όγκος υποχωρεί με τη χορήγηση
αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ή ορμονοθεραπείας. Σε πιο επιθετικές περιπτώσεις
(συνήθως μετά από χειρουργείο) που ο όγκος δεν ανταποκρίνεται στις παραπάνω
θεραπείες, μπορεί να χρειαστεί χημειοθεραπεία.