Παρόλο που η αιτιολογία των σαρκωμάτων δεν είναι γνωστή, είναι σαφές ότι οι διαταραχές του γονιδιώματος του όγκου παίζουν σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξή τους. Συνήθως, αυτές η διαταραχές ή μεταλλάξεις δεν είναι κληρονομούμενες. Η επικρατής θεωρία για τη μετατροπή ενός κυττάρου σε καρκινικό είναι η γνωστή ως «Second-Hit Theory» (θεωρία του δεύτερου χτυπήματος). Σύμφωνα με αυτή, τα καρκινικά κύτταρα φέρουν μια μετάλλαξη που κρύβεται από τα υπόλοιπα «ομαλά» γονίδια. Όταν τυχαία συμβεί μια δεύτερη μετάλλαξη (το δεύτερο χτύπημα), τότε αναπτύσσεται ο καρκίνος. Εάν η πρώτη μετάλλαξη κληρονομείται, τότε μιλάμε για «οικογενειακή προδιάθεση στον καρκίνο», που συντομεύεται ως «οικογενειακός» ή «κληρονομούμενος καρκίνος».
Ο οικογενειακός καρκίνος κατατάσσεται σε αποκαλούμενα σύνδρομα, τα οποία συνήθως παρουσιάζουν και καλοήθεις ιατρικές καταστάσεις, ανάλογα με τη μετάλλαξη που κληρονομείται στη συγκεκριμένη οικογένεια.
Οι οικογενειακοί καρκίνοι αποτελούν λιγότερο από το 10% των καρκίνων που διαγιγνώσκονται και μέχρι στιγμής, έχουν καταγραφεί περισσότερα από 50 διαφορετικά σύνδρομα. Η αντιμετώπισή τους απαιτεί ιδιαίτερη γνώση, ώστε να εφαρμοστούν οι κατάλληλες οδηγίες πρόληψης.
Τα σαρκώματα είναι μέρος διαφόρων συνδρόμων οικογενειακού
καρκίνου. Όλοι σχεδόν οι ιστότυποι σαρκωμάτων μπορούν να εμφανιστούν στο
πλαίσιο ενός ή περισσοτέρων οικογενειακών συνδρόμων, ενώ ένα σύνδρομο μπορεί να
περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους ιστότυπους.
Τα πιο συχνά σύνδρομα που αφορούν στα σαρκώματα είναι τα εξής:
Οφείλεται στη μετάλλαξη του γονιδίου NF1, μεταφράζοντας μια λανθασμένη εκδοχή της πρωτεΐνης νευροϊνωμίνη. Τυπικά, σχετίζεται με τον κακοήθη όγκο περιβλήματος περιφερικού νεύρου, αλλά υπάρχει επίσης προδιάθεση για την ανάπτυξη στρωματικού γαστρεντερικού όγκου (GIST), ραβδομυοσαρκώματος κι οστεοσαρκώματος.
Οφείλεται σε μεταλλάξεις στο γονίδιο TP53. Η πρωτεΐνη p53 εντοπίζει και διορθώνει μεταλλάξεις του DNA κι όταν δε λειτουργεί λόγω αυτής της μετάλλαξης, τα κύτταρα χάνουν τη φυσική προστασία τους έναντι του καρκίνου. Το φάσμα καρκίνων που σχετίζονται είναι, επομένως, ευρύ. Πέρα από πολλούς ιστότυπους σαρκωμάτων σε νεαρή ηλικία, μαλακών μορίων κι οστών, υπάρχει προδιάθεση για καρκίνο του μαστού, όγκους εγκεφάλου, καρκίνωμα του φλοιού των επινεφριδίων, οξεία λευχαιμία, κ.ά.
Συχνός καρκίνος σε μικρά παιδιά. Η ανάπτυξη ρετινοβλαστώματος στα παιδιά που φέρουν μια μετάλλαξη του γονιδίου του ρετινοβλαστώματος (RB) είναι σχεδόν σίγουρη, ενώ μετά τη θεραπεία αυτού του όγκου έχουν αυξημένες πιθανότητες ανάπτυξης άλλων νεοπλασιών, όπως σαρκώματα μαλακών μορίων και κυρίως, οστεοσάρκωμα. Η μετάλλαξη του γονιδίου του ρετινοβλαστώματος (RB) αυξάνει τον κίνδυνο ανάπτυξης οστεοσαρκώματος κατά 500 φορές, σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό.
Οφείλεται στη μετάλλαξη του γονιδίου APC και προκαλεί πολλαπλούς εντερικούς πολύποδες, με αύξηση του κινδύνου ανάπτυξης καρκίνου του παχέος εντέρου. Σχετίζεται όμως και με την ανάπτυξη δεσμοειδών όγκων, οι οποίοι διαφέρουν από τους μη κληρονομούμενους δεσμοειδείς όγκους ως προς τη πρόγνωση και την αντιμετώπιση.
Οζώδης σκλήρυνση (Tuberous sclerosis)
Το σύνδρομο φέρει μια κληρονομούμενη μετάλλαξη σε ένα από τα γονίδια TSC1 ή TSC2, τα οποία συμμετέχουν σε έναν από τους κύριους κυτταρικούς μηχανισμούς για την επιβίωση και τον πολλαπλασιασμό των κυττάρων. Ενώ πρόκειται για μια συστηματική ασθένεια (όλα τα όργανα βρίσκονται σε κίνδυνο κάποιου ιατρικού προβλήματος), το νευρικό σύστημα προσβάλλεται σε όλες τις περιπτώσεις. Οι όγκοι του εγκεφάλου είναι οι πιο συχνοί, αλλά ο κίνδυνος σαρκωμάτων, κυρίως εκείνων που αναπτύσσονται από τα αγγεία, είναι εξίσου αυξημένος.
Συμβαίνει όταν ένα από τα γονίδια που ευθύνονται για την ανάπτυξη αυτών των όγκων φέρουν μια κληρονομούμενη μετάλλαξη. Οι πιο συνηθισμένες μεταλλάξεις αφορούν στο γονίδιο ΚΙΤ, αλλά υπάρχουν περιπτώσεις με μεταλλάξεις του γονιδίου PDGFRα. Το σύνδρομο Carney-Stratakis συνδέεται με τη μετάλλαξη του γονιδίου της ηλεκτρικής αφυδρογονάσης SDH και προκαλεί GIST (χωρίς μετάλλαξη στα γονίδια ΚΙΤ ή PDGFRα) και παραγαγγλιώματα.
Το σύνδρομο είναι αποτέλεσμα της κληρονομούμενης μετάλλαξης της φουμαρικής υδρατάσης και προκαλεί καλοήθη λειομυώματα και καρκίνο του νεφρού. Στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, τα λειομυώματα, που εμφανίζονται στη μήτρα και στο δέρμα προηγούνται του καρκίνου του νεφρού. Επομένως, η εξέταση της μετάλλαξης ενδείκνυται σε οικογένειες με διάφορα περιστατικά καλοήθους λειομυωμάτωσης.
Άλλες κληρονομούμενες μεταλλάξεις, ακόμα πιο σπάνιες, προκαλούν σύνδρομα που αυξάνουν τον κίνδυνο ανάπτυξης σαρκωμάτων. Από αυτά τα σύνδρομα, το πιο χαρακτηριστικό σάρκωμα είναι το εμβρυϊκό ραβδομυοσάρκωμα, που εμφανίζεται σε παιδιά μικρής ηλικίας:
Εμβρυϊκό ραβδομυοσάρκωμα – Σύνδρομο Beckwith-Wiedemann, σύνδρομο Bloom, Constitutional mismatch repair deficiency (CMMRD) syndrome, σύνδρομο DICER1, σύνδρομο Gorlin και σύνδρομο ρήξης Nijmegen.
Οστεοσάρκωμα – Σύνδρομο Bloom και σύνδρομο Rothmund-Thomson.
Χονδροσάρκωμα – Πολλαπλή οστεοχονδρωμάτωση.